Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Από την παρουσίαση στον Άγιο Κήρυκο Ικαρίας


Εδώ μπορείτε να δείτε το βίντεο από την πρώτη παρουσίαση του βιβλίου στον Άγιο Κήρυκο Ικαρίας.


Κείμενο Γιάννη Παπαγιάννη


Κυρασολένη

Η κυρασολένη, αν κατάλαβα καλά, αν και πρώτη φορά άκουσα τον όρο, είναι το ουράνιο τόξο. Αυτή ήταν η βάση επάνω στην οποία πλέχτηκε η εξαιρετική ιδέα πέντε συμπατριωτών μας: να γράψουν μια σειρά από παραμύθια – ιστορίες, οι οποίες, με κάποιον τρόπο, να εμπλέκουν την Ικαρία στην αφήγησή τους. Με άξονα λοιπόν την κυρασολένη, η οποία εμφανίζεται σποραδικά στις ιστορίες, δίνοντας τον ρυθμό και το τέμπο στα παραμύθια, οι πέντε συγγραφείς έγραψαν από 2 ιστορίες και μας παρουσιάζουν ένα σύνολο δέκα παραμυθιών. Η υφολογική και θεματική διαφοροποίηση των συγγραφέων όχι μόνο δεν μειώνει το εγχείρημα, αλλά αντίθετα του δίνει ποικιλία και πνοή. Άλλωστε είναι ορατός ο κοινός οραματισμός των πέντε, αφού το βιβλίο, παρ’ ότι προέρχεται από διαφορετικά δημιουργήματα διαφορετικών ανθρώπων διατηρεί, χάρη και στην καλαίσθητη έκδοση και εικονογράφηση, μια ενιαία φόρμα, ένα δικό του ύφος. Εξαιρετική επίσης η ιδέα των δημιουργών, να τοποθετήσουν ως ήρωες των ιστοριών τους μορφές της Ικαριακής μυθολογίας και γλυπτά όπως η γοργόνα ή η σκέψη του Ίκαρη ή την λουόμενη του Κώστα Γεωργακά και, φυσικά, πάνω από όλα, τον ίδιο τον Ίκαρο.
Η Δέσποινα Σιμάκη είναι η συγγραφέας που ξεκινάει τον τόμο. Και στα δύο διηγήματα που έχει γράψει, όπως άλλωστε και σε άλλα κείμενα που έχει κατά καιρούς δημοσιεύσει, είναι εμφανής η προσπάθειά της να διασώσει την Ικαριακή διάλεκτο, μια από τις πολύ σημαντικές διαλέκτους των νησιών, η οποία δυστυχώς χάνεται. Θα επιμείνω σε αυτήν την πολύ σημαντική συνεισφορά της Δέσποινας Σιμάκη, η οποία ανασύρει και διασώζει όχι μόνο ένα πλούσιο λεξιλόγιο αλλά και έναν διαφορετικό εκφραστικό δρόμο. Και πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν είναι πολλοί ούτε στο παρελθόν ούτε, πολύ περισσότερο, στο παρόν, οι άνθρωποι που τολμούν να γράψουν στο Ικαριακό ιδίωμα, με δεδομένο ότι οφείλεις να γνωρίζεις κάτι πολύ καλά για να το χρησιμοποιήσεις αφηγηματικά. Πρωταγωνιστές και στα δύο παραμύθια της Δέσποινας Σιμάκη, άνθρωποι διαφορετικοί, απομονωμένοι από τις κοινωνικές ομάδες. Ο Φώτης το κλωνί, αδύναμος τόσο που τον παίρνει ο αέρας, το γαλάζιο φίδι, ένα φίδι που λόγω του χρώματός του δεν γίνεται αποδεκτό από τα άλλα φίδια, ο κυρ Αντώνης, ένας γέροντας απομονωμένος κι αντικοινωνικός, γίνονται οι ήρωες μέσα από τις ιστορίες των οποίων η συγγραφέας θα μας δείξει τη σημασία της διαφορετικότητας. Τα κείμενα της Δέσποινας Σιμάκη έχουν αφηγηματική επάρκεια κι αποδεικνύουν, παρά την απλή μορφή τους, πολύχρονη πεζογραφική προσπάθεια και γνώση των αφηγηματικών χρόνων ή αλλιώς, όπως είχε πει με απλότητα ο Καβάφης: γνωρίζει τι να πει, τι να μην πει και σε τι να σταθεί η προσοχή του αναγνώστη.
Τον Ηλία Γιαννίρη, ο οποίος ακολουθεί, τον γνώρισα πολύ πρόσφατα και διάβασα την μοναδική, απ’ ό,τι βλέπω στο βιογραφικό του, ποιητική συλλογή. Θεωρώ ότι είναι ένας άνθρωπος με ταλέντο, ιδιαίτερη, διαφορετική ματιά και πρωτότυπες ιδέες. Τα δύο παραμύθια του διαφοροποιούνται από τα υπόλοιπα κείμενα του βιβλίου κι απομακρύνονται από την καθιερωμένη θεματολογία των παραμυθιών. Δεν μπορώ να πω ότι δεν με ξάφνιασε θετικά και δεν ζήλεψα την ιδέα του πρώτου παραμυθιού του, της «γραμμής». Εδώ πρωταγωνιστεί μια ευθεία γραμμή, η οποία κατορθώνει να κρυφτεί ως ευθεία που είναι σε ποικίλα αντικείμενα τα οποία έχουν ως σχήμα ευθείες και τελικά να ταξιδέψει στην Ικαρία κρυμμένη στην ίσαλο γραμμή των καραβιών, η οποία φυσικά είναι ευθεία. Αλλά και το δεύτερο παραμύθι του, όπου πρωταγωνιστεί ένας τυφλός κι ένα μερμήγκι το οποίο μιλάει και εγκαθίσταται στο αυτί του τυφλού έτσι ώστε να του δίνει πληροφορίες για τον έξω κόσμο, είναι μια ιδέα που έχω την εντύπωση ότι δεν την έχω ξανασυναντήσει, πράγμα σπάνιο σε μια πληθώρα πεζογραφημάτων που, με δεδομένο ότι δεν υπάρχει παρθενογέννεση στην τέχνη, δεν μπορούν παρά να επαναλαμβάνονται.
Η Φρόσω Χωριάτη, όπως αναφέρει στο βιογραφικό της, εκδίδει για πρώτη φορά. Αυτό που μπορούμε να παρατηρήσουμε στα κείμενά της, είναι μια γλωσσική ορθότητα, μια γραφή ακριβής, λιτή, χωρίς γλωσσικούς αυτοσχεδιασμούς, η οποία μπορεί να ανταποκριθεί με απόλυτη επάρκεια στις απαιτήσεις των ιστοριών της. Στην αφηγηματολογία της, στο «δώρο της ζωής» έχουμε μια κλασσική αφήγηση παραμηθιού, με μοίρες και ξωτικά που συνδέονται με τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης Ικαρίας. Στο δεύτερο παραμύθι της, το όνειρο της Ρηνιώς, έχουμε μια ιστορία πολύ πιο ανθρώπινη και πολύ πιο κοντά στο διήγημα, όπου η αναπηρία ενός κοριτσιού μπορεί να αναπληρωθεί, όπως σε κάθε άνθρωπο, από άλλα ταλέντα.
Η Αγγελική Παριάρου έχει ήδη εκδώσει ένα βιβλίο. Στο πρώτο της διήγημα, ήρωας είναι το μυθικό πρόσωπο που δεν θα μπορούσε να λείψει: ο Ίκαρος. Παίζοντας ανάμεσα σε δύο χρόνους, στον μύθο και στο σήμερα, η Αγγελική Παριάρου καταφέρνει να συνδέσει το παραμύθι με την πραγματικότητα και τις ιστορίες της μυθολογίας με την μυθολογία του σήμερα. Αυτό που αναδεικνύεται έντονα στο κείμενο, είναι η ανάγκη της φυγής και του ταξιδιού, η αδυναμία του ήρωα να μείνει στα κοινά και τετριμμένα. Στο δεύτερο παραμύθι, με τον εύγλωτο τίτλο «η ήττα του χρόνου», ένας δεύτερος Οιδίποδας αποκαθηλώνεται και χάνει την δόξα και τα πλούτη του από την δική του βλασφημία, η οποία είναι η έπαρσή του απέναντι στον χρόνο.
Στα παραμύθια της Άννας Καλαλή, η οποία κλείνει τον τόμο, κυριαρχεί μια γραφή ιμπρεσιονιστική, μια γλωσσική επιδεξιότητα και καλλιέπεια η οποία γίνεται ιδιαίτερα εμφανής στο παραμύθι που κλείνει τη συλλογή και δεν είναι ακριβώς παραμύθι. Στο πρώτο της κείμενο, το «Ελυνέερ ή το σπιτοκάθισμα του φοβογιώργη», έχουμε περισσότερα στοιχεία παραδοσιακού παραμυθιού και επίσης περισσότερα γλωσσικά στοιχεία της Ικαριακής ιδιολέκτου.
Η Κυρασολένη σχεδιάστηκε και κατόρθωσε να γίνει ένα ταξίδι. Το σύνολο των παραμυθιών ανεξάρτητα από το προσωπικό ύφος και τα πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα του κάθε συγγραφέα, κατορθώνει να δημιουργήσει μία ατμόσφαιρα, έναν διαφορετικό, φαντασιακό κόσμο στον οποίο καλείται να βυθιστεί ο αναγνώστης. Είναι ένα βιβλίο ξεχωριστό, που διαφοροποιείται από τα συνήθη εκδοτικά πεπραγμένα και μας οδηγεί σε ένα φαντασιακό ταξίδι με άξονα και θέμα το νησί μας. Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω όλη τη συγγραφική ομάδα που με κάλεσε να μιλήσω για αυτό το βιβλίο και να τους συγχαρώ για την ιδέα και για την προσπάθεια. Σας ευχαριστώ.

Γιάννης Παπαγιάννης

Κείμενο Γιώργου Πλακίδα


Ευχαριστώ ιδιαίτερα τους αγαπητούς φίλους συγγραφείς για την τιμή που μου έκαναν ζητώντας μου να συμμετάσχω στην παρουσίαση του βιβλίου τους. 
 Τα τελευταία χρόνια το νησί μας έχει γίνει γνωστό για τα πανηγύρια του και για το χαλαρό τρόπο ζωής. Να όμως που πέρα απ’ αυτόν το χαρακτήρα, που φοβάμαι ότι τον πουλάμε και λίγο σαν φολκλόρ, μπορεί να δημιουργεί και πολιτισμό. Άλλωστε είναι κι αυτό ένα από τα δώρα που απλόχερα χάρισαν οι Μοίρες στους Καριώτες, όπως θα δούμε παρακάτω.
   Το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα είναι αποτέλεσμα της δουλειάς 5 νέων συγγραφέων. Δέκα υπέροχες ιστορίες που πατούν πότε σε ιστορικά γεγονότα, πότε στο μύθο, πότε στην προφορική παράδοση αλλά πάνω απ’ όλα στη μυθοπλαστική ικανότητα των δημιουργών τους.
  Όποιος διαβάσει το βιβλίο θα αναγνωρίσει μέσα σ’ αυτό κάποια δική του ανάμνηση. Κάποιο πρόσωπο, κάποια ιστορία ή κάποιο γεγονός που έζησε κι ο ίδιος, που  άκουσε να του το διηγούνται ή που σε κάποια φάση της ζωής του (κι αυτό είναι το μαγικό) το ονειρεύτηκε.
Το βιβλίο είναι ένα ταξίδι της Ικαρίας στους αιώνες. Όχι όμως μόνο της πραγματικής Ικαρίας, που θα αφορούσε ίσως μόνον  τους ντόπιους αλλά και μιας φανταστικής Ικαρίας, μιας ουτοπικής πολιτείας, όπου όλοι θα ονειρευόντουσαν να ζήσουν. Ιστορίες για τη φύση, για τις ανθρώπινες επιθυμίες και τα όρια, ιστορίες για τα όνειρα, για τη διαφορετικότητα, ιστορίες για τη φυγή και για το νόστο, ιστορίες βαθιά ανθρώπινες που συμβαίνουν κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του ουράνιου τόξου, της κυρασολένης του τίτλου. Όλες, ιστορίες  που ακροβατούν  ανάμεσα στο ρεαλισμό και το όνειρο.
Στην Ικαρία λοιπόν συναντιούνται, όπως μας λέει η Αγγελική, ο ονειροπόλος Ίκαρος που προκαλεί τη μήνι των θεών, με τον απόκληρο του Ολύμπου Διόνυσο· η ανθρώπινη δηλ. επιθυμία για την ελευθερία και το άπιαστο με τίμημα ακόμη και την ίδια τη ζωή που τη συμβολίζει ο Ίκαρος , με τη θεϊκή επιθυμία για τη φλόγα της πραγματικής ζωής που τη συμβολίζει ο Διόνυσος. «Το θεϊκό και το ανθρώπινο γίνονται ένα» στην Ικαριά
Γι αυτό την επέλεξε κι ως κατοικία της η Φυλλομένη, η νύμφη του δάσους, που κατόρθωσε να πετύχει το άπιαστο όνειρο όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών: να νικήσει το χρόνο. Αυτό που με τόση λαχτάρα αναζήτησαν μάταια βασιλιάδες και ποιητές (όπως λέει κι ο Γκάτσος). Και η Φυλλομένη το πέτυχε χωρίς καν να μιλάει· χωρίς  καν να συμβουλεύει, χωρίς να κάνει κήρυγμα και να υπαγορεύει λύσεις· ζωντανεύοντας μόνο ιστορίες, αφήνοντάς τες «να πετάξουν μπροστά στον καλότυχο ακροατή» όπως κάνουν  με εξαίρετη μαστοριά και οι 5 φίλοι μας.
 Σ’ αυτό το νησί λοιπόν, το νησί της λήθης και της ξενοιασιάς, διάλεξαν και οι μοίρες, μας λέει η Φρόσω, να αφήσουν τα δώρα τους. Γλιστρώντας στη ράχη της Κυρασολένης, του ουράνιου τόξου δηλ., κατέβηκαν στην Ικαριά. Αφού οι φτωχοί κάτοικοι του νησιού μοιράστηκαν μαζί τους με την ψυχή τους ό,τι είχαν και δεν είχαν κι αφού έφαγαν, ήπιαν, χόρεψαν και γλέντησαν μαζί τους, οι Μοίρες τους άφησαν ένα χρυσό μπαούλο με τα δώρα τους, την μακροζωία, την αγάπη για την ομορφιά και τη γνώση, την υπομονή και τη σοφία.   [Ίσως κάποιοι  , όχι ντόπιοι, που είναι μαζί μας απόψε, να δυσανασχετήσουν και να θεωρήσουν εμάς τους καριώτες  λιγάκι επηρμένους. Αλλά τι να κάνουμε; Η αλήθεια είναι πως όλες αυτές τις αρετές τις έχουμε… Γιατί να το κρύψομεν άλλωστε;;;]
   Η αγάπη για τη γνώση είναι που κάνει και το μυρμηγκάκι του Ηλία να ξεπεράσει τα όρια που του έβαλε η φύση. Το ίδιο όμως θα κατορθώσει κι ο τυφλός. Με την αγάπη του για τα πιο ταπεινά πλάσματα της φύσης θα μπορέσει να δει με τα δικά της μάτια (τα μάτια της φύσης) αν και τυφλός – μυστήριο ανεξήγητο ως τα σήμερα. Ίσως μάλιστα να είχε δει κι αυτός μαζί με τον Ίκαρο, τον αξάερφο, τη Σαράνταινα κι όλους τους σημαδιακούς κι αταίριαστους που λέει κι η Λούκαινα του Παπαδιαμάντη τη γραμμή που με εξαιρετική ποιητικότητα περιγράφει ο ίδιος συγγραφέας στην πρώτη του υπερρεαλιστική ιστορία.
Ξεχωριστές μορφές ανάμεσα στις άλλες η Ρηνιώ της Φρόσως κι ο Φώτης το κλωνί της Δέσποινας. Μοιάζουν λίγο με τους αλαφροΐσκιωτους του Σολωμού , και του Παπαδιαμάντη. Δυο παιδιά ξεχωριστά, διαφορετικά, που θα λέγαμε σήμερα, που σε μια εποχή χωρίς τη βοήθεια των ειδικών, κατακτούν με συγκινητικό τρόπο τη θέση τους στον κόσμο.  Η Ρηνιώ το κατορθώνει με την αγάπη της για τη ζωή, ο Φώτης με τη βοήθεια του γαλάζιου φιδιού. Βγαλμένο από τις καλύτερες στιγμές της δημοτικής μας ποίησης το γαλάζιο φίδι, τόσο ζωντανό και τόσο συγκλονιστικά επίκαιρο, φορέας της συσσωρευμένης λαϊκής σοφίας αλλά, και  με πολύ εύστοχο τρόπο, σύγχρονων παιδαγωγικών θεωριών θα μπορούσε κάλλιστα να μπει στα σχολικά εγχειρίδια για να το γνωρίσουν και να πάρουν θάρρος απ’ αυτό όλα τα παιδιά του κόσμου. Η συγκεκριμένη ιστορία είναι ένα εξαίρετο παιδαγωγικό παραμύθι (σελ. 7) Τι όμορφη ιστορία για τη διαφορετικότητα!
 Υπέροχη όμως είναι κι μορφή του Κυρ Αντώνη· η αγάπη του για το γαϊδουράκι του και η μαγική ταύτισή του με τη φύση, ακόμη και με το σύμπαν, όπως πολύ εύστοχα υποψιάζονται τα παιδικά μάτια που τον παρακολουθούν  (η αστεία ιστορία με τα ούφα έχει «νουν αληθείας» που λέει κι ο Κάλβος· άλλωστε πώς να μην «ψηλώσει ο νους σου» όταν βλέπεις τον ανέφελο νυχτερινό ουρανό της Ικαριάς; Και ζηλεύω τους παλιούς που μπορούσαν πραγματικά να χαίρονται τον έναστρο ουρανό χωρίς την ενοχλητική παρεμβολή του ηλεκτρικού φωτισμού). Όλα αυτά  με συγκινούν ιδιαίτερα καθώς μου φέρνουν στο μυαλό τις παιδικές μου αναμνήσεις από τα καλοκαίρια στην Ικαριά που τα μοιραζόμουν ανάμεσα σε παιχνίδια με τους φίλους και τους «αξαέρφους» και ευλαβικές ακροάσεις στις παρυφές των συγκεντρώσεων των μεγάλων. Μου φέρνει ακόμη στο μυαλό  τους ανθρώπους της δικής μου οικογένειας με την απίστευτη αγάπη τους για τα ζώα και για κάθε τι ζωντανό.
Ο μύθος και η ιστορία μπλέκονται αξεδιάλυτα και στις ιστορίες της Άννας. Πειρατές, εξόριστοι,  νεράιδες, γοργόνες, ήρωες και ταπεινοί από τα χρόνια του Ίκαρου και της θλιμμένης μάνας της επιτύμβιας αρχαίας στήλης του Καταφυγιού μέχρι τις μέρες μας δικαιούνται να είναι πολίτες της πολιτείας του Ίκαρου, της Ικαριακής Πολιτείας, σύμφωνα με της απόφαση της δημογεροντέ. Ανάμεσα στο μύθο και την ιστορία ζει κι ο Ροδινός· μεγαλωμένος με τη μάνα του «καθώς που ο πατέρας  του είχεν ηφύει δια να καρβουνοκάμει» πέφτει θύμα των Σαρακηνών πειρατών και γυρίζει μετά από χρόνια πολλά κι απίστευτες περιπέτειες στο νησί του. Θα περάσει από σκληρές δοκιμασίες για να ξαναφτιάξει το σπιτοκάθισμά  του, θεμελιωμένο σε 2 κομμάτια ουρανό. Μέσα από τη ζωή του αναδύεται και η αγάπη του Καριώτη για δυο φαινομενικά αντίθετα όνειρα. Από τη μια το ρίζωμα στον τόπο του κι από την άλλη η γοητεία και η περιπέτεια του ταξιδιού ασκούν απίστευτη έλξη στην ψυχή του. Ο Ροδινός γυρίζει στη γενέθλια γη για να πιάσει το νήμα από και που το άφησε και να ριζώσει σαν δεντρί. « Όμως, όταν πλάγιαζε στην κοιμητέν του το βράδυ, νόμιζε πως κάτω αφ’ το μαξιλάρι του άκουε να τρέχουνε δελφίνια.»
10 διαφορετικές ιστορίες λοιπόν, από 5 διαφορετικούς συγγραφείς. Ο καθένας καταθέτει τη δική του εκδοχή και τη δική του γραφή. Κοινός τόπος οι υψηλού επιπέδου αφηγηματικές τεχνικές και των πέντε. Τριτοπρόσωπη αφήγηση και ζωντανός διάλογος εναλλάσσονται με εξαιρετική φυσικότητα και δεξιοτεχνία.
Δεν μένουν στο επίπεδο του φολκλόρ·  στο επίπεδο ενός βιβλίου ευπώλητου στους καλοκαιρινούς τουρίστες, που αναζητούν απλοϊκές ιστορίες με τοπικό χρώμα. Οι ιστορίες τους έχουν χαρακτήρες πραγματικούς, ζωντανούς, όχι καρικατούρες. Κάποιες ιστορίες μου θυμίζουν –και το λέω χωρίς υπερβολή- σκηνές από διηγήματα του Παπαδιαμάντη.
Το καριώτικο ιδίωμα έχει κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί από πολλούς ως ένα πιασάρικο εύρημα που εντυπωσιάζει τον αναγνώστη[το ίδιο άλλωστε συμβαίνει με όλα τα τοπικά ιδιώματα σε άλλες γωνιές της Ελλάδας]. Εδώ ρέει αβίαστα. Σε πολλές ιστορίες, αν κλείσεις τα μάτια σου, ακούς έναν αγαπημένο παππού να σου λέει παραμύθια. Και κάτι τέτοιο, πιστέψτε με, δεν είναι καθόλου μα καθόλου εύκολο.
Εξαιρετική όμως είναι και η εικονογράφηση· προσεγμένη στη λεπτομέρεια, δεν παίζει διακοσμητικό απλώς ρόλο. Αντίθετα συντελεί αποφασιστικά στη δημιουργία της ονειρικής ατμόσφαιρας του αναδύει τον βιβλίο. Πέρα από την αυθύπαρκτη αξία τους ως έργα τέχνης οι ζωγραφιές με την εύστοχη επιλογή του κειμένου που τις συνοδεύει, αποδίδουν κάθε φορά  την ψυχή της ιστορίας.
Θα μου επιτρέψετε τέλος μια ξεχωριστή προσωπική αναφορά σε δυο από τους συγγραφείς του βιβλίου. Πριν από 6,7, άντε 8 χρόνια είχα μαθήτριες στο λύκειο του Ευδήλου, εδώ παραπάνω, δυο μικρά: το Δεσποινάκι και την Αγγελικούλα. Τη Δέσποινα τη Σιμάκη και την Αγγελική την Παριάρου. Νιώθω περήφανος και ευτυχής που τις είχα μαθήτριες. Ο δάσκαλος  ποτέ δεν θα πλουτίσει από τη δουλειά του, αλλά είναι ο μόνος που μπορεί να νιώσει πλούσιος βλέποντας τα παιδιά του να προκόβουν. Ευχαριστώ λοιπόν από καρδιάς τα δυο κορίτσια  και ζητώ συγγνώμη από τους άλλους φίλους για τη διάκριση, αλλά ….. καταλαβαίνετε 
Σας Ευχαριστώ πολύ

Πλακίδας Γιώργος